Η ασύρματη τεχνολογία μεταλλάσσει όλους τους τομείς της ζωής μας, από τα ακουστικά που ακούμε μουσική μέχρι το πώς ταξιδεύουμε με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, κάνουμε πληρωμές και έχουμε πρόσβαση στο Διαδίκτυο.
Ο τρόπος με τον οποίο εισερχόμαστε, εξερχόμαστε και ελέγχουμε την πρόσβαση σε κτήρια και εγκαταστάσεις δεν αποτελεί εξαίρεση, καθώς το Bluetooth Low Energy (BLE) και το Wi-Fi 6 γίνονται όλο και πιο δημοφιλή στον κλάδο της ασφάλειας.
Μελέτες δείχνουν ότι ο αριθμός των επιχειρήσεων που δεν διαθέτουν καθόλου σύστημα ηλεκτρονικής πρόσβασης βαίνει συνεχώς μειούμενος και παρόλο που τα παραδοσιακά ενσύρματα συστήματα παραμένουν η πιο δημοφιλής επιλογή πρόσβασης για επιχειρήσεις, το ποσοστό αυτών που διαθέτει ένα συνδυασμένο ενσύρματο και ασύρματο σύστημα αυξάνεται σταδιακά, ενώ υπάρχει και ένας αριθμός επιχειρήσεων που ήδη λειτουργούν ένα εξ ολοκλήρου ασύρματο σύστημα πρόσβασης που μπορεί να επαληθεύσει τα διαπιστευτήρια ενός χρήστη για να επιτρέψει την πρόσβαση.
Χρησιμοποιώντας ένα ασύρματο σύστημα, τα διαφορετικά στοιχεία του επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω ενός router, ενώ το τοπικά εγκατεστημένο ή το cloud-based λογισμικό επιτρέπει στους διαχειριστές του συστήματος να καθιερώνουν δικαιώματα πρόσβασης για τους χρήστες και να διαχειρίζονται τις επικοινωνίες ανεξάρτητα από το πού βρίσκονται στον κόσμο.
Η επανάσταση των smartphone
Σχετική με τη στροφή προς την ασύρματη τεχνολογία γενικά, η τάση είναι προς τον έλεγχο πρόσβασης μέσω κινητών τηλεφώνων, όπως για παράδειγμα η χρήση ενός smartphone ως μέσο εισόδου σε ένα κτήριο. Η χρήση «διαπιστευτηρίων κινητής τηλεφωνίας» για έλεγχο πρόσβασης, αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά στα επόμενα χρόνια, ιδιαίτερα σε σύγκριση με οποιονδήποτε άλλο τύπο εξοπλισμού Physical Access Control (PACS) στην αγορά, έτσι ώστε τα διαπιστευτήρια κινητής τηλεφωνίας και οι λύσεις πρόσβασης με φορητές συσκευές να αποτελέσουν την κυρίαρχη τάση. Υποστηρικτές της πρόσβασης μέσω κινητού την αναδεικνύουν ως μία βολική και ασφαλή επιλογή, καθώς ένας χρήστης θα έχει πάντα μαζί του το κινητό του τηλέφωνο και είναι απίθανο να το τοποθετήσει λανθασμένα, ενώ παράλληλα τα τηλέφωνα προσφέρουν πολλαπλά επίπεδα ασφάλειας, όπως αναγνώριση προσώπου ή δακτυλικών αποτυπωμάτων, προσθήκη βιομετρικών στοιχείων στη διαδικασία ασφαλείας ή πιστοποίηση δύο παραγόντων. Επίσης, τα διαπιστευτήρια κινητών αποτελούν μια πιο βιώσιμη επιλογή σε σχέση με τις κάρτες-κλειδιά. Επιπλέον, η μετάβαση προς συσκευές ανάγνωσης και συστήματα ελέγχου πρόσβασης με δυνατότητα χρήσης φορητών συσκευών είναι εύκολη μιας και υπάρχουν πολλές διαθέσιμες επιλογές στην αγορά που μπορούν να ενοποιηθούν με τα υπάρχοντα συστήματα. Οι επιχειρήσεις λοιπόν μπορούν να εξασφαλίσουν το μέλλον του συστήματος ελέγχου πρόσβασης που χρησιμοποιούν, χωρίς να χρειάζεται να τροποποιήσουν άμεσα τις τρέχουσες διαδικασίες τους. Επίσης, η πρόσβαση μέσω κινητού παρέχει τη δυνατότητα γρήγορης αντίδρασης στη διαχείριση των εγκαταστάσεων, καθώς χρησιμοποιώντας ένα σύστημα κινητής τηλεφωνίας τα δικαιώματα πρόσβασης μπορούν να ακυρωθούν ή να τροποποιηθούν ασύρματα και άμεσα αποφεύγοντας τις -κατά κανόνα χρονοβόρες– ενημερώσεις του λογισμικού εγκατάστασης.
Υπάρχουν και εμπόδια στη χρήση διαπιστευτηρίων κινητής τηλεφωνίας από κάποιες επιχειρήσεις, όπως η ανάγκη να αντικατασταθούν οι υπάρχουσες κλειδαριές και οι συσκευές ανάγνωσης, η απροθυμία των υπαλλήλων να χρησιμοποιήσουν τα δικά τους smartphone, η ανησυχία ότι τα smartphone των εργαζομένων θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κινδύνους για την ασφάλεια και η ανάγκη επανεκπαίδευσης του προσωπικού.
Oι κύριες προκλήσεις ωστόσο είναι υλικοτεχνικές και όχι οικονομικές για τις επιχειρήσεις που θέλουν να στραφούν σε διαπιστευτήρια κινητής τηλεφωνίας, καθώς αρκετά ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου πρόσβασης λαμβάνουν πλέον τακτικά ενημερώσεις λογισμικού, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είναι απαραίτητη η εξολοκλήρου αντικατάσταση του συστήματος πρόσβασης.
Δεδομένων της ευκολίας, του κόστους, της ασφάλειας και της εύκολης ενημέρωσης/μπλοκαρίσματος των διαπιστευτηρίων που παρέχει η χρήση κινητών ακόμη και σε οργανισμούς όπου ενδέχεται να μην επιτρέπονται για λόγους υγιεινής ή ασφάλειας, όπως για παράδειγμα σε ορισμένα τμήματα του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης ή τομείς φαρμακευτικών βιομηχανιών ή βιομηχανιών παρασκευής τροφίμων, ελάχιστοι είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η πρόσβαση μέσω κινητού δεν θα ήταν η σωστή λύση.

Η σημασία των ανοικτών προτύπων
Επιπλέον, ιδιαίτερη σημασία για τους επαγγελματίες του κλάδου είναι να διαθέτουν ένα ασύρματο σύστημα ελέγχου πρόσβασης που μπορεί να ενοποιηθεί σε μια ολοκληρωμένη λύση ασφάλειας και σε αυτό ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα ανοιχτά πρότυπα. Παραδοσιακά, οι επαγγελματίες ασφαλείας έπρεπε να παρακολουθούν χωριστά συστήματα ελέγχου πρόσβασης, επιτήρησης και συναγερμού, αλλά αυτό δεν ισχύει πια αφού τα ανοιχτά πρότυπα και η αρχιτεκτονική λειτουργούν σε κοινά πρωτόκολλα και API. Γενικότερα η εξέλιξη των έξυπνων κτηρίων και των ενοποιημένων συστημάτων, είτε πρόκειται για συστήματα ενοποιημένα σε μια πλατφόρμα BMS (Building Management System) είτε σε μια πλατφόρμα διαχείρισης πληροφοριών φυσικής ασφάλειας (PSIM- Physical Security Information Management), οδηγεί σε αύξηση των πωλήσεων ηλεκτρονικών συστημάτων ελέγχου πρόσβασης.
Επίσης, μια τάση που συνέβαλε στη διεύρυνση της χρήσης των πλατφορμών BMS, είναι η ανάγκη παρακολούθησης των επιπέδων πληρότητας στα κτήρια καθώς κατά την πανδημία έπρεπε να διασφαλίζεται ότι οι απαιτήσεις κοινωνικής απόστασης τηρούνται επαρκώς. Δεδομένα που σχετίζονται με τα διαπιστευτήρια των ενοίκων ενός κτηρίου μέσω πλατφορμών ενοποιημένης ασφάλειας, πλατφορμών BMS και πλατφορμών proptech (τεχνολογίας ιδιοκτησίας) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων σχετικά με τα ποσοστά χρήσης δωματίων ή ζωνών κτηρίων. Πράγματι, είναι τόσο σημαντική η ενοποίηση της ασφάλειας που μελέτες δείχνουν ότι η ανοιχτή αρχιτεκτονική και η διαλειτουργικότητα, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό ενός συστήματος ελέγχου πρόσβασης.
Οι πιο επιθυμητές λειτουργίες που θέλουν οι επαγγελματίες ασφάλειας να ενοποιηθούν παράλληλα με τον ηλεκτρονικό έλεγχο πρόσβασης, είναι η παρακολούθηση CCTV/βίντεο, η οποία ακολουθείται από ένα σύστημα συναγερμού και τη διαχείριση επισκεπτών, ενώ σε μικρότερο βαθμό ενδιαφέρονται γιατί την ενοποίηση με συστήματα HVAC και φωτισμού.
Τα κύρια πλεονεκτήματα της ύπαρξης ενός ολοκληρωμένου συστήματος ασφαλείας είναι ότι καταργεί την ανάγκη ενημέρωσης πολλαπλών συστημάτων, διευκολύνει τη συμμόρφωση και εξοικονομεί χρόνο στους εργαζόμενους. Ωστόσο, παρά τα σαφή πλεονεκτήματα, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις για τον κλάδο της ασφάλειας όσον αφορά τη μεγαλύτερη ενοποίηση της ασφάλειας, με βασικότερη αυτών το κόστος, ιδιαίτερα τώρα που οι επιχειρήσεις ταλανίζονται λόγω του αυξανόμενου πληθωρισμού, ενώ ακολουθούν η πολυπλοκότητα και η έλλειψη γνώσης. Αυτό δηλώνει ότι πρέπει να γίνει περισσότερη δουλειά για την εκπαίδευση των επαγγελματιών ασφάλειας σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού σχετικά με τις επιλογές που έχουν στη διάθεσή τους και τον τρόπο με τον οποίο ενσωματώνονται καλύτερα.
Τα συστήματα Cloud
Εκτός από την τάση για μεγαλύτερη ενοποίηση των συστημάτων ασφαλείας, υπάρχει επίσης μια στροφή προς εφαρμογές που βασίζονται στο cloud, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την αποθήκευση βίντεο παρακολούθησης και λογισμικού ανάλυσης όπως συμβαίνει και στα συστήματα ελέγχου πρόσβασης. Μελέτες δείχνουν ότι παρόλο που το ποσοστό των επιχειρήσεων που εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τοπικούς εσωτερικούς διακομιστές για τον έλεγχο πρόσβασης μειώθηκε, το ποσοστό αυτών που χρησιμοποιούν υπηρεσίες τρίτων που βασίζονται στο cloud, όπως το μοντέλο ACaaS (Access Control as a Service) δεν αυξήθηκε ιδιαίτερα.
Σε αντίθεση με τα πιο παραδοσιακά συστήματα ελέγχου πρόσβασης, τα μοντέλα SaaS ή ACaaS περιλαμβάνουν τη χρήση μιας βασιζόμενης στο cloud εφαρμογής από έναν εξωτερικό πάροχο, ο οποίος μπορεί να είναι επίσης ο πάροχος συστημάτων. Οι επιχειρήσεις επιλέγουν έναν εξωτερικό πάροχο SaaS ή ACaaS κυρίως για τις αυτοματοποιημένες ενημερώσεις λογισμικού και γιατί έτσι δε χρειάζεται να επενδύσουν σε συστήματα ελέγχου πρόσβασης που μπορεί να μην είναι κατάλληλα για τις μακροπρόθεσμες ανάγκες τους, ενώ διατηρούν την ευελιξία μιας εξωτερικής λύσης που μπορεί να κλιμακωθεί ανάλογα με τις επιθυμίες τους.
Γενικά, το κυριότερο επιχειρηματικό όφελος των συστημάτων ασφαλείας που βασίζονται σε cloud είναι η δυνατότητα διαχείρισης της ασφάλειας από οποιαδήποτε τοποθεσία ανά πάσα στιγμή, αλλά και η δυνατότητα διαχείρισης του κόστους της IT υποδομής πιο αποτελεσματικά. Και παρόλο που διατυπώνονται ορισμένες ανησυχίες, με κυρίαρχη αυτών τον κίνδυνο παραβίασης της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο και την ανησυχία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων, είναι ενδιαφέρον ότι υπάρχουν και αρκετοί που δεν έχουν καμία ανησυχία για την ασφάλεια που βασίζεται στο cloud, γεγονός που καταδεικνύει μια αυξανόμενη εμπιστοσύνη στη συγκεκριμένη τεχνολογία.